Στη μόδα, όπως και σε πολλές βιομηχανίες, η επίτευξη βιωσιμότητας έχει γίνει επιτακτική ανάγκη, καθώς από τη μία πλευρά είναι βασική προϋπόθεση για έναν επενδυτή, που θέλει να βάλει τα χρήματά του σε μία εταιρεία, και από την άλλη, επειδή σταδιακά γίνεται και απαίτηση του καταναλωτή, ο οποίος πλέον για να επιλέξει ένα brand, αξιολογεί και τον οικολογικό του χαρακτήρα.
Την ώρα που η βιομηχανία μόδας είναι υπεύθυνη για το 4% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, έρευνα της McKinsey τονίζει ότι πρέπει να ληφθούν ουσιαστικά μέτρα μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Κατά τη διάρκεια webinar της McKinsey Live, αναλύθηκαν τρόποι, μέσω των οποίων τα brands, οι εταιρείες λιανικής, οι κατασκευαστές, οι επενδυτές, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, αλλά και οι καταναλωτές, μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Όπως αναφέρθηκε, μέσα από την παραγωγή και επεξεργασία υφασμάτων ή την παραγωγή ρούχων, είναι εφικτό να μειωθούν κατά 60 % οι εκπομπές αερίων, μέσω των ενεργειών των εμπορικών σημάτων μπορεί να επιτευχθεί μείωση 20%, ενώ σε αυτό μπορεί να συμβάλει σημαντικά και η συμπεριφορά των καταναλωτών.
Η μείωση μπορεί να προέλθει μέσα από την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης στη λειτουργία της βιομηχανίας και τον καταστημάτων, τη μείωση της υπερπαραγωγής και των deadstock υφασμάτων, τη μείωσης των απορριμμάτων υφασμάτων, κ.α. Σύμφωνα με τη McKinsey, τα brands θα πρέπει να επιταχύνουν τις προσπάθειές τους, να παρέχουν διαφάνεια για τις τρέχουσες εκπομπές τους και να δημιουργήσουν στρατηγικές συνεργασίες που στόχο έχουν τη χρήση κυκλικών επιχειρηματικών μοντέλων, όπως η μεταπώληση και η ενοικίαση ρούχων.
(Πηγή: World Economic Forum)