Η εγχώρια παραγωγή καλλυντικών παρουσίασε ανοδική πορεία την περίοδο 2014-2019, έπειτα από μία τετραετία συνεχούς μείωσης. Ωστόσο, το επόμενο έτος 2020, οι συνθήκες πανδημίας (Covid-19) που επικράτησαν στη χώρα, επηρέασαν τη ζήτηση και ανέκοψαν την ανοδική πορεία της παραγωγής, με αποτέλεσμα να σημειώσει πτώση της τάξης του 2,5%. Βεβαίως, διαφορετική ήταν η μεταβολή στις διάφορες κατηγορίες καλλυντικών.
Ειδικότερα, τα προϊόντα που επλήγησαν περισσότερο ήταν τα είδη μακιγιάζ (-16%) και τα αρωματικά (-12%). Το 2021, με τη σταδιακή ομαλοποίηση της αγοράς, η παραγωγή καλλυντικών σημείωσε εκ νέου αξιόλογη άνοδο 10% περίπου και ανήλθε σε 330 εκατ. ευρώ, ενώ το τρέχον έτος 2022, προβλέπεται να ενισχυθεί περαιτέρω, με μικρότερο όμως ρυθμό (κατά 3%) και εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 340 εκατ. ευρώ. Σημαντική εξέλιξη για τον κλάδο αποτελεί η ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση από το εξωτερικό, με τις ελληνικές εξαγωγές καλλυντικών να ενισχύονται σημαντικά το 2021.
Όσον αφορά στην εγχώρια κατανάλωση των εξεταζόμενων προϊόντων (σε τιμές χονδρικής), την περίοδο 2014-2019 παρουσίασε αυξητική τάση, διαμορφούμενη σε 847 εκατ. ευρώ το 2019. Ωστόσο, η εν λόγω πορεία ανακόπηκε το 2020, ως απόρροια της πανδημίας Covid-19. Ειδικότερα, τα μέτρα που ελήφθησαν από την Πολιτεία με σκοπό την παρεμπόδιση της διασποράς της νόσου, μείωσαν τη ζήτηση σε όλες τις κατηγορίες καλλυντικών το 2020 και ιδιαίτερα των προϊόντων μακιγιάζ και των αρωμάτων. Συγχρόνως, το κλείσιμο των καταστημάτων λιανικής πώλησης για αρκετούς μήνες του έτους, καθώς και η λειτουργία τους με περιοριστικά μέτρα τους υπόλοιπους μήνες, συρρίκνωσαν τις δραστηριότητες πολλών επιχειρήσεων (απαγόρευση δειγματισμού προϊόντων, αγορές μέσω click away κ.ά.).
H αξία της αγοράς των εξεταζόμενων προϊόντων μειώθηκε κατά 15,5% το 2020 σε σχέση με το 2019 και υπολογίζεται ότι διαμορφώθηκε σε 716 εκατ. ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, το 2021, η εγχώρια αγορά καλλυντικών επέστρεψε σε θετικούς ρυθμούς μεταβολής και εκτιμάται σε 755 εκατ. ευρώ (+5,4% το 2021/20). Το γεγονός αυτό αποδίδεται στην άρση των περιοριστικών μέτρων από τον Μάιο του 2021, στη σταδιακή επιστροφή των καταναλωτών σε ρυθμούς κανονικότητας, καθώς επίσης στην αύξηση της τουριστικής κίνησης, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες του έτους.
Στο 16% το μερίδιο του e-commerce
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, παρότι το φυσικό κανάλι παραμένει ισχυρό, αξιόλογο μερίδιο καταναλωτών έχει στραφεί στην αγορά καλλυντικών μέσω του διαδικτύου (e-commerce). Όπως αναφέρουν παράγοντες του κλάδου, οι ηλεκτρονικές πωλήσεις καλλυντικών προσφέρουν στον καταναλωτή πληθώρα επιλογών και προϊόντων, προσφορές, ταχύτητα στις συναλλαγές και ευελιξία στον τρόπο παράδοσης. Το μερίδιο του εξεταζόμενου καναλιού εκτιμάται ότι κυμαίνεται σε 15%-16% περίπου για το 2021 και προέρχεται από τις ηλεκτρονικές πωλήσεις όλων των καναλιών διανομής, αλλά αφορά, σε μεγάλο ποσοστό, τις πωλήσεις μέσω ηλεκτρονικών φαρμακείων.
Η εικόνα των επιχειρήσεων του κλάδου
Στον κλάδο των καλλυντικών δραστηριοποιείται μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, τόσο παραγωγικών, όσο και εισαγωγικών. Η πλειοψηφία αυτών προσφέρει ποικιλία καλλυντικών προϊόντων, σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Συγχρόνως, αρκετές εταιρείες δραστηριοποιούνται και σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως των φαρμακευτικών και παραφαρμακευτικών προϊόντων, των χημικών, των απορρυπαντικών κλπ.
Αξιόλογη παρουσία στην εγχώρια αγορά καλλυντικών κατέχουν οι εισαγωγικές επιχειρήσεις. Ορισμένες εξ αυτών είναι μεγάλου μεγέθους εταιρείες, θυγατρικές γνωστών ομίλων του εξωτερικού και διαθέτουν μακροχρόνια παρουσία στον κλάδο, μεγάλη ποικιλία προϊόντων, ισχυρά εμπορικά σήματα, οργανωμένα δίκτυα διανομής και, κατ’ επέκταση, αποσπούν σημαντικά μερίδια στην εγχώρια αγορά.
Εκτός από τον εισαγωγικό τομέα, ο κλάδος περιλαμβάνει και αρκετές παραγωγικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, λίγες μεγάλου μεγέθους βιομηχανίες καλλυντικών κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό της εγχώριας παραγωγής. Οι υπόλοιπες εξ αυτών διαθέτουν μονάδες μικρότερου μεγέθους και δυναμικότητας, δραστηριοποιούνται σε περιοχές σε ολόκληρη τη χώρα και το δίκτυο διανομής τους είναι κυρίως τοπικής εμβέλειας.
Στο πλαίσιο εκπόνησης της κλαδικής μελέτης, πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών και συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός για την πενταετία 2016-2020, βάσει ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος 47 επιχειρήσεων. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού των εν λόγω εταιρειών, προκύπτει μεταξύ άλλων, ότι οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών του δείγματος παρουσίασαν αυξητική τάση τα έτη 2017-2019 με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 4,6%, ενώ το 2020 σημείωσαν πτώση της τάξης του 3,5% έναντι του προηγούμενου έτους και διαμορφώθηκαν σε 1.060,7 εκατ. ευρώ.
Σχεδόν ανάλογη πορεία ακολούθησαν τα συνολικά μεικτά κέρδη των επιχειρήσεων του δείγματος την εξεταζόμενη περίοδο, καταγράφοντας μείωση της τάξης του 7% το 2020 (487,1 εκατ. ευρώ) σε σχέση με το 2019 (523,5 εκατ. ευρώ). Ανοδική πορεία κατέγραψαν και τα κέρδη EBITDA τη διετία 2018-2019, για να μειωθούν το 2020 (-6,3% 2020/19) και να διαμορφωθούν σε 107,3 εκατ. ευρώ. Το 2020 από τις 47 εταιρείες του δείγματος, 36 ήταν κερδοφόρες, έναντι 42 κερδοφόρων εταιρειών το 2019.