Η Kering Eyewear, και ο διευθύνων σύμβουλός της Roberto Vedovotto, πέτυχαν μια από τις απόλυτες επιχειρηματικές διακρίσεις, καθώς η εταιρεία έγινε case study στο Harvard Business School. Η ακαδημαϊκή ανάλυση συμπίπτει με τη 10η επέτειο της Kering Eyewear, ενός πρωτοποριακού σχεδίου όπου ο γαλλικός γίγαντας πολυτελείας Kering συγχώνευσε όλες τις δραστηριότητες γυαλιών του σε ένα τμήμα.

Πριν από αυτό, όπως και οι περισσότερες εταιρείες σχεδιασμού μόδας, οι πέντε κύριοι οίκοι μόδας της Kering είχαν άδειες με διάφορους Ιταλούς κατασκευαστές.
Στο πλαίσιο της μελέτης, εκπρόσωποι του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Harvard Business School συνεργάστηκαν για να γράψουν για την εξαιρετική ιστορία της Kering Eyewear, δίνοντας στους φοιτητές του Harvard και σε όλο τον κόσμο την ευκαιρία να γνωρίσουν την εταιρεία και να εμβαθύνουν στα ορόσημα που πέτυχε στα πρώτα δέκα χρόνια της.

Η ακαδημαϊκή έρευνα αποτελεί ένα εντυπωσιακό επίτευγμα για τον διευθύνοντα σύμβουλο της Kering Eyewear Roberto Vedovotto, ο οποίος βοήθησε να πείσει την Kering να δημιουργήσει το τμήμα και το διαχειρίζεται από την πρώτη ημέρα. Υπό τη διεύθυνσή του, η Kering Eyewear διαχειρίζεται πλέον συνολικά 14 μάρκες. Με επικεφαλής τους πέντε μεγάλους οίκους μόδας της Kering – Gucci, Saint Laurent, Bottega Veneta, Balenciaga και Alexander McQueen. Ενώ επιβλέπει επίσης αρκετές βασικές ετικέτες του ομίλου πολυτελείας Richemont – Cartier, Chloé, Montblanc, Dunhill και Alaïa. Επιπλέον, άλλες τέσσερις μάρκες – Puma, Lindberg, Maui Jim και Zeal Optics. Απόφοιτος της οικονομικής σχολής Bocconi του Μιλάνου, ο Vedovotto εκπαιδεύτηκε ως τραπεζίτης επενδύσεων στο Λονδίνο και το Μιλάνο με τις Morgan Stanley, Lehman Brothers και Nomura. Αργότερα εντάχθηκε στην ιταλική εταιρεία γυαλιών Safilo, καθοδηγώντας την είσοδό της στο Χρηματιστήριο. Πριν αναλάβει τη σημερινή του θέση το 2014. (Πηγή: Fashion Network)